Επουλώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: επουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вылечваць, ацаляць, аздараўляць, лячыць, аздараўляць змучаных
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επουλώνω
απλώνω συνώνυμο, επουλώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, επουλώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εποπτεύω στα λευκορωσικά - кантраляваць
- επουλώνομαι στα λευκορωσικά - шнар, шрам
- επουράνιος στα λευκορωσικά - нябесны, нябеснае, Небесный, нябёсны, нябёсаў
- επουσιώδης στα λευκορωσικά - нематэрыяльны
Τυχαίες λέξεις
Επουλώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: вылечваць, ацаляць, аздараўляць, лячыць, аздараўляць змучаных
Μεταφράσεις: вылечваць, ацаляць, аздараўляць, лячыць, аздараўляць змучаных