Επουλώνω στα κροατικά
Μετάφραση: επουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izliječiti, liječiti, ozdravi, iscijeliti, liječe
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επουλώνω
απλώνω συνώνυμο, επουλώνω λεξικό γλώσσας κροατικά, επουλώνω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- εποπτεύω στα κροατικά - nadgledati, provjeravajte, razgledati, nadzirati, ispitati, nadzire, nadzor, ...
- επουλώνομαι στα κροατικά - izliječiti, ožiljak
- επουράνιος στα κροατικά - božanski, rajski, nebeski, nebeska, nebesko, nebeskog, nebeskom
- επουσιώδης στα κροατικά - beznačajno, nebitan, nevažno, bestjelesan, beznačajan, nematerijalan, nematerijalni, ...
Τυχαίες λέξεις
Επουλώνω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: izliječiti, liječiti, ozdravi, iscijeliti, liječe
Μεταφράσεις: izliječiti, liječiti, ozdravi, iscijeliti, liječe