Επουλώνω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: επουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лекува, се лекува, заздрави, исцели, излекува
Επουλώνω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επουλώνω

απλώνω συνώνυμο, επουλώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επουλώνω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • εποπτεύω στα σλαβομακεδονικά - врши надзор, врши надзор над, надгледуваат, вршат надзор, надгледува
  • επουλώνομαι στα σλαβομακεδονικά - лузна, оставаат белег, оставаат белег на
  • επουράνιος στα σλαβομακεδονικά - небесната, небесен, небесниот, небесното, небесна
  • επουσιώδης στα σλαβομακεδονικά - нематеријална, нематеријални, нематеријално, нематеријалните, нематеријален
Τυχαίες λέξεις
Επουλώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: лекува, се лекува, заздрави, исцели, излекува