Επουλώνω στα ουγγρικά
Μετάφραση: επουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gyógyít, gyógyítani, meggyógyítani, gyógyítsa, gyógyul
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επουλώνω
απλώνω συνώνυμο, επουλώνω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επουλώνω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- εποπτεύω στα ουγγρικά - felügyel, felügyeli, felügyeletére, felügyelete, felügyelik
- επουλώνομαι στα ουγγρικά - heg, sebet, sebeket ejtettek, sebet okozott, scar
- επουράνιος στα ουγγρικά - égi, mennyei, Heavenly, a mennyei
- επουσιώδης στα ουγγρικά - lényegtelen, immateriális, jelentéktelen, anyagtalan
Τυχαίες λέξεις
Επουλώνω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: gyógyít, gyógyítani, meggyógyítani, gyógyítsa, gyógyul
Μεταφράσεις: gyógyít, gyógyítani, meggyógyítani, gyógyítsa, gyógyul