Εφευρέτης στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εφευρέτης, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изобретател, откривател, изобретателя, създател
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφευρέτης
εφευρέτης αυτοκινήτου, εφευρέτης τηλεφώνου, εφευρέτης κινητου τηλεφωνου, εφευρέτης φωτογραφικής μηχανής, εφευρέτης του αεροπλάνου, εφευρέτης λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εφευρέτης στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εφεδρικός στα βουλγαρικά - запазвам, резервно копие, архивиране, резервно, резервна, резервната
- εφεκτικός στα βουλγαρικά - efektikos
- εφευρίσκω στα βουλγαρικά - смогвам, измислям, планират, измисля, се планират
- εφευρετικός στα βουλγαρικά - изобретателен, изобретателска, изобретения, изобретателската, изобретената
Τυχαίες λέξεις
Εφευρέτης στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изобретател, откривател, изобретателя, създател
Μεταφράσεις: изобретател, откривател, изобретателя, създател