Εφευρέτης στα σουηδικά
Μετάφραση: εφευρέτης, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
uppfinnare, uppfinnaren, uppfinna
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφευρέτης
εφευρέτης αυτοκινήτου, εφευρέτης τηλεφώνου, εφευρέτης κινητου τηλεφωνου, εφευρέτης φωτογραφικής μηχανής, εφευρέτης του αεροπλάνου, εφευρέτης λεξικό γλώσσας σουηδικά, εφευρέτης στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εφεδρικός στα σουηδικά - reservera, förbehåll, reserv, säkerhetskopiering, backup, säkerhetskopia, säkerhetskopian, ...
- εφεκτικός στα σουηδικά - försiktig, varsam, efektikos
- εφευρίσκω στα σουηδικά - uppfinna, contrive, contrive för, snärja, LYCKAS
- εφευρετικός στα σουηδικά - uppfinnings, uppfinningsrik, uppfinningen, enligt uppfinningen, uppfinningsenliga
Τυχαίες λέξεις
Εφευρέτης στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: uppfinnare, uppfinnaren, uppfinna
Μεταφράσεις: uppfinnare, uppfinnaren, uppfinna