Ιθαγένεια στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ιθαγένεια, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гражданство, гражданството, гражданството на, гражданско
Ιθαγένεια στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιθαγένεια

ιθαγένεια μαρκόπουλος, ιθαγένεια υπηκοότητα, ιθαγένεια της ευρωπαϊκής ένωσης, ιθαγένεια ορισμός, ιθαγένεια και υπηκοότητα, ιθαγένεια λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ιθαγένεια στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ιερός στα βουλγαρικά - свещен, свещено, свещена, свещената, свещения
  • ιερότητα στα βουλγαρικά - святост, сакралност, свещеност, светостта, сакралността
  • ιθαγενής στα βουλγαρικά - присъщ, местен, местни, местното, местният
  • ιθύνω στα βουλγαρικά - управията, правило, вземащите, мейкъри, създателите, създателите на, производители
Τυχαίες λέξεις
Ιθαγένεια στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: гражданство, гражданството, гражданството на, гражданско