Ιθαγένεια στα σουηδικά
Μετάφραση: ιθαγένεια, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nationalitet, medborgarskap, medborgarskapet, medborgare
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιθαγένεια
ιθαγένεια μαρκόπουλος, ιθαγένεια υπηκοότητα, ιθαγένεια της ευρωπαϊκής ένωσης, ιθαγένεια ορισμός, ιθαγένεια και υπηκοότητα, ιθαγένεια λεξικό γλώσσας σουηδικά, ιθαγένεια στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ιερός στα σουηδικά - helig, heliga, heligt, sakrala, sakral
- ιερότητα στα σουηδικά - helighet, heliga, heligheten, sacrednessen, helgd
- ιθαγενής στα σουηδικά - infödd, inföding, inhemsk, indigenous, inhemskt, infödda
- ιθύνω στα σουηδικά - linjal, princip, styra, regel, härskare, behärska, regering, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιθαγένεια στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: nationalitet, medborgarskap, medborgarskapet, medborgare
Μεταφράσεις: nationalitet, medborgarskap, medborgarskapet, medborgare