Ιθαγένεια στα εσθονικά

Μετάφραση: ιθαγένεια, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kodakondsus, rahvuskuuluvus, rahvus, kodakondsuse, kodakondsust, kodakondsusega, kodakondsusest
Ιθαγένεια στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιθαγένεια

ιθαγένεια μαρκόπουλος, ιθαγένεια υπηκοότητα, ιθαγένεια της ευρωπαϊκής ένωσης, ιθαγένεια ορισμός, ιθαγένεια και υπηκοότητα, ιθαγένεια λεξικό γλώσσας εσθονικά, ιθαγένεια στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ιερός στα εσθονικά - vaga, püha, sacred, pühad, pühaks, sakraalne
  • ιερότητα στα εσθονικά - vagadus, pühadus, pühitsetus, vaimulikkus, pühalikkusest, sacredness, pühaduse
  • ιθαγενής στα εσθονικά - kohalik, pärismaalane, sünnipärane, aborigeen, algupärane, pärismaine, põlisrahvaste, ...
  • ιθύνω στα εσθονικά - reegel, seadus, valitsema, tegijad, makers, tegijate, kujundajatele, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιθαγένεια στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kodakondsus, rahvuskuuluvus, rahvus, kodakondsuse, kodakondsust, kodakondsusega, kodakondsusest