Ιθαγένεια στα ρουμανικά
Μετάφραση: ιθαγένεια, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
naţionalitate, cetățenie, cetățenia, cetățeniei, cetatenie, cetatenia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιθαγένεια
ιθαγένεια μαρκόπουλος, ιθαγένεια υπηκοότητα, ιθαγένεια της ευρωπαϊκής ένωσης, ιθαγένεια ορισμός, ιθαγένεια και υπηκοότητα, ιθαγένεια λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ιθαγένεια στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ιερός στα ρουμανικά - evlavios, sacru, sacră, sacre, sacra, sfântă
- ιερότητα στα ρουμανικά - inviolabilitate, sacralitate, sacralitatea, sfințenia, sacru
- ιθαγενής στα ρουμανικά - autohton, indigen, indigene, indigenă, local, autohtone
- ιθύνω στα ρουμανικά - riglă, principiu, regulă, domni, factorii de decizie, factorii, factorilor, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιθαγένεια στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: naţionalitate, cetățenie, cetățenia, cetățeniei, cetatenie, cetatenia
Μεταφράσεις: naţionalitate, cetățenie, cetățenia, cetățeniei, cetatenie, cetatenia