Ιθαγένεια στα νορβηγικά

Μετάφραση: ιθαγένεια, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nasjonalitet, statsborgerskap, medborgerskap, borgerskap, statsborgerskapet, ermedborgerskap
Ιθαγένεια στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιθαγένεια

ιθαγένεια μαρκόπουλος, ιθαγένεια υπηκοότητα, ιθαγένεια της ευρωπαϊκής ένωσης, ιθαγένεια ορισμός, ιθαγένεια και υπηκοότητα, ιθαγένεια λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ιθαγένεια στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ιερός στα νορβηγικά - hellig, hellige, helligste
  • ιερότητα στα νορβηγικά - hellighet, hellig, sacredness, hellige, hellige natur
  • ιθαγενής στα νορβηγικά - opprinnelig, innfødt, urfolk, indigenous, urbefolkningen, urbefolkning, innfødte
  • ιθύνω στα νορβηγικά - regjering, regjere, regel, forskrift, prinsipp, styre, herske, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιθαγένεια στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: nasjonalitet, statsborgerskap, medborgerskap, borgerskap, statsborgerskapet, ermedborgerskap