Κεφάλαιο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κεφάλαιο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
капитал, капитала, капитали, капиталовата, столица
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεφάλαιο
κεφάλαιο 10ο - φως, κεφάλαιο κίνησης, κεφάλαιο αε, κεφάλαιο plus άνοδος, κεφάλαιο εφημερίδα, κεφάλαιο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κεφάλαιο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κερνώ στα βουλγαρικά - kerno
- κεσάτι στα βουλγαρικά - kesati
- κεφάλι στα βουλγαρικά - голова, глава, началник, главата, ръководител, на главата
- κεφάτος στα βουλγαρικά - весел, весели, Merry, весела, веселят
Τυχαίες λέξεις
Κεφάλαιο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: капитал, капитала, капитали, капиталовата, столица
Μεταφράσεις: капитал, капитала, капитали, капиталовата, столица