Κεφάλαιο στα ισπανικά
Μετάφραση: κεφάλαιο, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ventaja, capital, de capital, capital social, el capital, capital de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεφάλαιο
κεφάλαιο 10ο - φως, κεφάλαιο κίνησης, κεφάλαιο αε, κεφάλαιο plus άνοδος, κεφάλαιο εφημερίδα, κεφάλαιο λεξικό γλώσσας ισπανικά, κεφάλαιο στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- κερνώ στα ισπανικά - procesar, curar, tratar, KERNO
- κεσάτι στα ισπανικά - crisis, depresión, kesati
- κεφάλι στα ισπανικά - guiar, caudillo, amo, superior, mente, jefe, encaminar, ...
- κεφάτος στα ισπανικά - alegre, jovial, Feliz, Merry, felices, de la Feliz
Τυχαίες λέξεις
Κεφάλαιο στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: ventaja, capital, de capital, capital social, el capital, capital de
Μεταφράσεις: ventaja, capital, de capital, capital social, el capital, capital de