Κεφάλαιο στα γαλλικά

Μετάφραση: κεφάλαιο, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
propriété, possession, domaine, profit, avantage, apport, contribution, bénéfice, atout, capital, capitale, capitaux, le capital, fonds
Κεφάλαιο στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κεφάλαιο

κεφάλαιο 10ο - φως, κεφάλαιο κίνησης, κεφάλαιο αε, κεφάλαιο plus άνοδος, κεφάλαιο εφημερίδα, κεφάλαιο λεξικό γλώσσας γαλλικά, κεφάλαιο στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • κερνώ στα γαλλικά - traitons, traiter, disserter, festoyer, négocier, régal, régaler, ...
  • κεσάτι στα γαλλικά - baisse, tomber, dépression, effondrement, crise, baisser, s', ...
  • κεφάλι στα γαλλικά - caboche, rubrique, période, bout, dirigeant, gérer, directeur, ...
  • κεφάτος στα γαλλικά - badin, rigolo, allègre, enjoué, dispos, guilleret, joli, ...
Τυχαίες λέξεις
Κεφάλαιο στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: propriété, possession, domaine, profit, avantage, apport, contribution, bénéfice, atout, capital, capitale, capitaux, le capital, fonds