Κεφάλαιο στα ιταλικά

Μετάφραση: κεφάλαιο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
merito, vantaggio, pregio, capitale, capitali, di capitale, del capitale, capitale di
Κεφάλαιο στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κεφάλαιο

κεφάλαιο 10ο - φως, κεφάλαιο κίνησης, κεφάλαιο αε, κεφάλαιο plus άνοδος, κεφάλαιο εφημερίδα, κεφάλαιο λεξικό γλώσσας ιταλικά, κεφάλαιο στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • κερνώ στα ιταλικά - trattare, curare, Kerno
  • κεσάτι στα ιταλικά - crisi, kesati
  • κεφάλι στα ιταλικά - principale, capo, dirigere, intestazione, rubrica, capocchia, promontorio, ...
  • κεφάτος στα ιταλικά - lieto, giocondo, gaio, allegro, festoso, allegra, natale, ...
Τυχαίες λέξεις
Κεφάλαιο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: merito, vantaggio, pregio, capitale, capitali, di capitale, del capitale, capitale di