Κεφάλαιο στα ισλανδικά

Μετάφραση: κεφάλαιο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
höfuðborg, fjármagn, fjármagns, fjármagni, fé
Κεφάλαιο στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κεφάλαιο

κεφάλαιο 10ο - φως, κεφάλαιο κίνησης, κεφάλαιο αε, κεφάλαιο plus άνοδος, κεφάλαιο εφημερίδα, κεφάλαιο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κεφάλαιο στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κερνώ στα ισλανδικά - kerno
  • κεσάτι στα ισλανδικά - kesati
  • κεφάλι στα ισλανδικά - höfuð, haus, yfirmaður, forstöðumaður, höfuðið, höfði
  • κεφάτος στα ισλανδικά - glaður, gleðilegra, kátur, í góðu skapi, Merry, góðu skapi
Τυχαίες λέξεις
Κεφάλαιο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: höfuðborg, fjármagn, fjármagns, fjármagni, fé