Κεφάλαιο στα τσεχικά
Μετάφραση: κεφάλαιο, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
výhoda, klad, přínos, majetek, kapitál, kapitálu, hlavní město, kapitálové, kapitálového
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεφάλαιο
κεφάλαιο 10ο - φως, κεφάλαιο κίνησης, κεφάλαιο αε, κεφάλαιο plus άνοδος, κεφάλαιο εφημερίδα, κεφάλαιο λεξικό γλώσσας τσεχικά, κεφάλαιο στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- κερνώ στα τσεχικά - vyjednávat, ošetřovat, požitek, hostit, ošetřit, pochoutka, častovat, ...
- κεσάτι στα τσεχικά - krize, sklesnout, propadnutí, deprese, klesnout, kesati
- κεφάλι στα τσεχικά - přednosta, rozum, hlavička, hlava, záhlaví, šéf, kus, ...
- κεφάτος στα τσεχικά - svěží, bodrý, větrný, pěkný, veselý, žoviální, radostný, ...
Τυχαίες λέξεις
Κεφάλαιο στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: výhoda, klad, přínos, majetek, kapitál, kapitálu, hlavní město, kapitálové, kapitálového
Μεταφράσεις: výhoda, klad, přínos, majetek, kapitál, kapitálu, hlavní město, kapitálové, kapitálového