Οικειότητα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: οικειότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
интимност, близост, интимността, близостта
Οικειότητα στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικειότητα

οικειότητα in english, σωματική οικειότητα, οικειότητα αντωνυμα, οικειότητα λεξικό, οικειότητα συνώνυμο, οικειότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, οικειότητα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • οικείος στα βουλγαρικά - запознат, запознати, познато, познат, позната
  • οικειοποιούμαι στα βουλγαρικά - oikeiopoioumai
  • οικιακός στα βουλγαρικά - домакинство, домакински, домакинствата, битови, домакинството
  • οικισμός στα βουλγαρικά - колонизация, село, заселение, селище, заселване, уреждане, сетълмент, ...
Τυχαίες λέξεις
Οικειότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: интимност, близост, интимността, близостта