Οικειότητα στα εσθονικά

Μετάφραση: οικειότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
familiaarsus, lähedus, tuttavlikkus, intiimsus, intiimsust, intiimsuse, lähedust
Οικειότητα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικειότητα

οικειότητα in english, σωματική οικειότητα, οικειότητα αντωνυμα, οικειότητα λεξικό, οικειότητα συνώνυμο, οικειότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, οικειότητα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • οικείος στα εσθονικά - tuttav, tuttavad, kursis, tunnevad, tundma
  • οικειοποιούμαι στα εσθονικά - omastama, volitatud, paras, oikeiopoioumai
  • οικιακός στα εσθονικά - majapidamine, pere, kodumaine, kodustatud, leibkond, leibkonna, kodumajapidamises, ...
  • οικισμός στα εσθονικά - asustus, lahendus, asula, lahendamise, lahenduse, arvelduste, arvelduse
Τυχαίες λέξεις
Οικειότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: familiaarsus, lähedus, tuttavlikkus, intiimsus, intiimsust, intiimsuse, lähedust