Παλιάνθρωπος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: παλιάνθρωπος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
подлец, негодяй, скункс, скунк, мерзавец, скункса
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλιάνθρωπος
παλιάνθρωπος συνώνυμα, παλιάνθρωπος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, παλιάνθρωπος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- παλαιός στα βουλγαρικά - стар, стара, старата, стария, стари
- παλεύω στα βουλγαρικά - борба, битка, бой, борбата, двубой
- παλικαρισμός στα βουλγαρικά - тормоза, тормоз, малтретиране, насилието, на тормоза
- παλιμβουλία στα βουλγαρικά - непостоянство, tergiversator
Τυχαίες λέξεις
Παλιάνθρωπος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: подлец, негодяй, скункс, скунк, мерзавец, скункса
Μεταφράσεις: подлец, негодяй, скункс, скунк, мерзавец, скункса