Παλιάνθρωπος στα φινλανδικά

Μετάφραση: παλιάνθρωπος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
retku, roisto, hätäillä, lurjus, vekkuli, hulttio, nulikka, vintiö, konna, haisunäätä, skunk, mätämuna, haisunäädän, skunkki
Παλιάνθρωπος στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παλιάνθρωπος

παλιάνθρωπος συνώνυμα, παλιάνθρωπος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, παλιάνθρωπος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • παλαιός στα φινλανδικά - entisaikainen, vanhus, aikaisempi, iäkäs, edellinen, vanha, kulunut, ...
  • παλεύω στα φινλανδικά - painia, tarttua, kiemurrella, luikerrella, pärjätä, pyydystää, käsirysy, ...
  • παλικαρισμός στα φινλανδικά - kiusaaminen, kiusaamisen, kiusaamista, kiusaamiseen, kiusaamisesta
  • παλιμβουλία στα φινλανδικά - tergiversator
Τυχαίες λέξεις
Παλιάνθρωπος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: retku, roisto, hätäillä, lurjus, vekkuli, hulttio, nulikka, vintiö, konna, haisunäätä, skunk, mätämuna, haisunäädän, skunkki