Πρόσφυγας στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πρόσφυγας, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бежанец, на бежанец, бежанците, на бежанците, бежанци
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσφυγας
πρόσφυγας εκ μητρογονίας, πρόσφυγας στίχοι, πρόσφυγασ ή μετανάστησ, πρόσφυγασ ετυμολογία, πρόσφυγας wikipedia, πρόσφυγας λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πρόσφυγας στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πρόσφατος στα βουλγαρικά - скорошен, неотдавнашен, неотдавнашното, скорошно, скорошна
- πρόσφορος στα βουλγαρικά - удобен, удобно, удобна, удобни, удобното
- πρόσφυμα στα βουλγαρικά - поставиха, наставка, суфикс, наставката, суфикса
- πρόσφυση στα βουλγαρικά - адхезия, сцепление, адхезията, сцеплението, прилепване
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφυγας στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бежанец, на бежанец, бежанците, на бежанците, бежанци
Μεταφράσεις: бежанец, на бежанец, бежанците, на бежанците, бежанци