Πρόσφυγας στα γερμανικά
Μετάφραση: πρόσφυγας, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aussiedler, flüchtling, Flüchtling, Flüchtlings, Flüchtlinge, der Flüchtlings, Flüchtlingen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσφυγας
πρόσφυγας εκ μητρογονίας, πρόσφυγας στίχοι, πρόσφυγασ ή μετανάστησ, πρόσφυγασ ετυμολογία, πρόσφυγας wikipedia, πρόσφυγας λεξικό γλώσσας γερμανικά, πρόσφυγας στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- πρόσφατος στα γερμανικά - neu, neueste, neue, frisch, rezent, kürzlich, letzte, ...
- πρόσφορος στα γερμανικά - anprobe, justierung, anpassung, geeignet, brauchbar, größe, zeitgemäß, ...
- πρόσφυμα στα γερμανικά - anhang, Suffix, Endung, Zusatz, Nachsetzzeichen
- πρόσφυση στα γερμανικά - anwachsung, Haftung, Adhäsion, Haft, Haftungs
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφυγας στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: aussiedler, flüchtling, Flüchtling, Flüchtlings, Flüchtlinge, der Flüchtlings, Flüchtlingen
Μεταφράσεις: aussiedler, flüchtling, Flüchtling, Flüchtlings, Flüchtlinge, der Flüchtlings, Flüchtlingen