Πρόσφυγας στα τσεχικά

Μετάφραση: πρόσφυγας, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
utečenec, emigrant, uprchlík, uprchlíka, uprchlíků, uprchlíkem, uprchlického
Πρόσφυγας στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόσφυγας

πρόσφυγας εκ μητρογονίας, πρόσφυγας στίχοι, πρόσφυγασ ή μετανάστησ, πρόσφυγασ ετυμολογία, πρόσφυγας wikipedia, πρόσφυγας λεξικό γλώσσας τσεχικά, πρόσφυγας στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • πρόσφατος στα τσεχικά - poslední, nedávný, nový, nedávné, Nedávná, aktuální, nedávného
  • πρόσφορος στα τσεχικά - zařízení, trefný, vhodný, úprava, instalace, přiměřený, příslušenství, ...
  • πρόσφυμα στα τσεχικά - přilepit, připevnit, připojit, přípona, příponu, přípony, přípon, ...
  • πρόσφυση στα τσεχικά - přírůstek, růst, nános, narůstání, přilnavost, adheze, adhezi, ...
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφυγας στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: utečenec, emigrant, uprchlík, uprchlíka, uprchlíků, uprchlíkem, uprchlického