Πρόσφυγας στα ουκρανικά

Μετάφραση: πρόσφυγας, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
притулок, біженець, біженця
Πρόσφυγας στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόσφυγας

πρόσφυγας εκ μητρογονίας, πρόσφυγας στίχοι, πρόσφυγασ ή μετανάστησ, πρόσφυγασ ετυμολογία, πρόσφυγας wikipedia, πρόσφυγας λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πρόσφυγας στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πρόσφατος στα ουκρανικά - перегляд, останній, останню, остання, останнього, останнє
  • πρόσφορος στα ουκρανικά - придатний, підхожий, примірка, годитися, монтаж, встановлення, зручний, ...
  • πρόσφυμα στα ουκρανικά - прикріпити, афікс, прикріплювати, прикріпляти, суфікс
  • πρόσφυση στα ουκρανικά - прирощення, прирощування, адгезія, адгезію
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφυγας στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: притулок, біженець, біженця