Πρόσφυγας στα λιθουανικά
Μετάφραση: πρόσφυγας, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pabėgėlis, pabėgėlių, pabėgėlio, pabėgėliu, pabėgėliams
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσφυγας
πρόσφυγας εκ μητρογονίας, πρόσφυγας στίχοι, πρόσφυγασ ή μετανάστησ, πρόσφυγασ ετυμολογία, πρόσφυγας wikipedia, πρόσφυγας λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πρόσφυγας στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πρόσφατος στα λιθουανικά - naujas, paskutinis, neseniai, pastaruoju metu, pastaruoju
- πρόσφορος στα λιθουανικά - tinkamas, patogus, patogu, patogi, patogiau
- πρόσφυμα στα λιθουανικά - priesaga, priesagos, sufiksas, priesagą, plėtinys
- πρόσφυση στα λιθουανικά - sukibimas, sukibimo, sukibimą, adhezijos, sukibties
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφυγας στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pabėgėlis, pabėgėlių, pabėgėlio, pabėgėliu, pabėgėliams
Μεταφράσεις: pabėgėlis, pabėgėlių, pabėgėlio, pabėgėliu, pabėgėliams