Πρόσφυγας στα τούρκικα
Μετάφραση: πρόσφυγας, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mülteci, mültecilerin, sığınmacı, bir mülteci
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσφυγας
πρόσφυγας εκ μητρογονίας, πρόσφυγας στίχοι, πρόσφυγασ ή μετανάστησ, πρόσφυγασ ετυμολογία, πρόσφυγας wikipedia, πρόσφυγας λεξικό γλώσσας τούρκικα, πρόσφυγας στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πρόσφατος στα τούρκικα - yeni, son, göster Yeni, yakın, son Tarihli
- πρόσφορος στα τούρκικα - uygun, münasip, rahat, uygun bir, elverişli, kullanışlı
- πρόσφυμα στα τούρκικα - sonek, soneki, eki, sonekini, son ek
- πρόσφυση στα τούρκικα - yapışma, adezyon, adhezyon, yapışması, yapıştırma
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφυγας στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: mülteci, mültecilerin, sığınmacı, bir mülteci
Μεταφράσεις: mülteci, mültecilerin, sığınmacı, bir mülteci