Αμοιβαίος στα γαλλικά

Μετάφραση: αμοιβαίος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mutuel, respectif, commun, collectif, réciproque, bilatéral, mutuelle, mutuels
Αμοιβαίος στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμοιβαίος

αμοιβαίος αποκλεισμός, αμοιβαίος συνωνυμα, αμοιβαίος συνώνυμο, αμοιβαίος λεξικό γλώσσας γαλλικά, αμοιβαίος στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • αμοιβάδα στα γαλλικά - amibe, amibes, amoeba, l'amibe, les amibes
  • αμοιβή στα γαλλικά - profit, gratifier, redevance, avantage, dédommagement, compenser, compensation, ...
  • αμπάρι στα γαλλικά - décider, acquiescer, cale, emprise, appuyer, captiver, tiens, ...
  • αμπέλι στα γαλλικά - vignoble, clos, vigne, vignes, viticole, vignoble de
Τυχαίες λέξεις
Αμοιβαίος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: mutuel, respectif, commun, collectif, réciproque, bilatéral, mutuelle, mutuels