Αμοιβαίος στα ισλανδικά

Μετάφραση: αμοιβαίος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gagnkvæm, gagnkvæma, gagnkvæmum, gagnkvæmri, gagnkvæmu
Αμοιβαίος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμοιβαίος

αμοιβαίος αποκλεισμός, αμοιβαίος συνωνυμα, αμοιβαίος συνώνυμο, αμοιβαίος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αμοιβαίος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αμοιβάδα στα ισλανδικά - Amoeba
  • αμοιβή στα ισλανδικά - endurgjald, starfskjör, þóknun, endurgjaldið
  • αμπάρι στα ισλανδικά - bragð, halda, tak, fang, að halda, haldið, haltu, ...
  • αμπέλι στα ισλανδικά - víngarð, Vineyard, vínekrur, víngarði, víngarða
Τυχαίες λέξεις
Αμοιβαίος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: gagnkvæm, gagnkvæma, gagnkvæmum, gagnkvæmri, gagnkvæmu