Αναρριχώμαι στα γαλλικά

Μετάφραση: αναρριχώμαι, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
remonte, monter, gravir, escalader, ruée, bousculade, course, scramble, brouillage
Αναρριχώμαι στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναρριχώμαι

αναρριχώμαι κλίση, αναρριχώμαι λεξικό γλώσσας γαλλικά, αναρριχώμαι στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • αναπόφευκτα στα γαλλικά - forcément, inévitablement, obligatoirement, fatalement, nécessairement, inévitable
  • αναπόφευκτος στα γαλλικά - inéluctable, inévitable, obligé, immanquable, inévitables, inévitablement, incontournable
  • αναρροφώ στα γαλλικά - inspirer, humer, aspirer, inhaler, siphonner, détourner, détourner des, ...
  • αναρρόφηση στα γαλλικά - aspiration, succion, d'aspiration, l'aspiration
Τυχαίες λέξεις
Αναρριχώμαι στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: remonte, monter, gravir, escalader, ruée, bousculade, course, scramble, brouillage