Αναρριχώμαι στα γερμανικά

Μετάφραση: αναρριχώμαι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Gerangel, Verschlüsselungs, Scramble, Wettlauf
Αναρριχώμαι στα γερμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναρριχώμαι

αναρριχώμαι κλίση, αναρριχώμαι λεξικό γλώσσας γερμανικά, αναρριχώμαι στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αναπόφευκτα στα γερμανικά - unvermeidlich, zwangsläufig, unvermeidliche, unweigerlich, unausweichlich, unvermeidbar
  • αναπόφευκτος στα γερμανικά - unvermeidbar, unvermeidlich, unausweichlich, unumgänglich, unabwendbar, zwangsläufig, unvermeidlichen
  • αναρροφώ στα γερμανικά - aspirieren, abschöpfen, abzuschöpfen, siphon off, abzuzweigen, abzusaugen
  • αναρρόφηση στα γερμανικά - einsaugen, saugwirkung, saugfähigkeit, sog, Sog, Saugwirkung, Saug-, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναρριχώμαι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: Gerangel, Verschlüsselungs, Scramble, Wettlauf