Αναρριχώμαι στα ιταλικά

Μετάφραση: αναρριχώμαι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
corsa, scramble, scalata, affrettarmi, arrampicata
Αναρριχώμαι στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναρριχώμαι

αναρριχώμαι κλίση, αναρριχώμαι λεξικό γλώσσας ιταλικά, αναρριχώμαι στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • αναπόφευκτα στα ιταλικά - inevitabilmente, inevitabile, necessariamente
  • αναπόφευκτος στα ιταλικά - inevitabile, inevitabili, immancabile, inevitabilmente
  • αναρροφώ στα ιταλικά - sifone, siphon, del sifone, a sifone, aspirare
  • αναρρόφηση στα ιταλικά - aspirazione, di aspirazione, aspirante, d'aspirazione
Τυχαίες λέξεις
Αναρριχώμαι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: corsa, scramble, scalata, affrettarmi, arrampicata