Ανερμάτιστος στα γαλλικά

Μετάφραση: ανερμάτιστος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
irrésolu, instable, indécis, labile, flottant, hésitant, incertain, chancelant, anermatistos
Ανερμάτιστος στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανερμάτιστος

ανερμάτιστος λεξικό, ανερμάτιστος ετυμολογία, ανερμάτιστος συνώνυμο, ανερμάτιστος ορισμός, ανερμάτιστος σημασία, ανερμάτιστος λεξικό γλώσσας γαλλικά, ανερμάτιστος στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • ανεπιθύμητος στα γαλλικά - indésirable, impropre, inutile, indu, importun, importune, importuns, ...
  • ανεργία στα γαλλικά - chômage, le chômage, du chômage, taux de chômage, de chômage
  • ανερχόμενος στα γαλλικά - bourgeonnement, naissant, prochain, prochaine, venir, à venir, prochaines
  • ανεφοδιάζω στα γαλλικά - réassortir, charger, gonfler, compléter, combler, emplir, remplir, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανερμάτιστος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: irrésolu, instable, indécis, labile, flottant, hésitant, incertain, chancelant, anermatistos