Ανερμάτιστος στα ισπανικά

Μετάφραση: ανερμάτιστος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
inestable, anermatistos
Ανερμάτιστος στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανερμάτιστος

ανερμάτιστος λεξικό, ανερμάτιστος ετυμολογία, ανερμάτιστος συνώνυμο, ανερμάτιστος ορισμός, ανερμάτιστος σημασία, ανερμάτιστος λεξικό γλώσσας ισπανικά, ανερμάτιστος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ανεπιθύμητος στα ισπανικά - molesto, desagradable, inoportuna, no deseada, indeseable
  • ανεργία στα ισπανικά - desocupación, desempleo, el desempleo, de desempleo, paro, del desempleo
  • ανερχόμενος στα ισπανικά - próximo, próxima, próximas, próximos, la próxima
  • ανεφοδιάζω στα ισπανικά - rellenar, anefodiazo
Τυχαίες λέξεις
Ανερμάτιστος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: inestable, anermatistos