Ανερμάτιστος στα σουηδικά
Μετάφραση: ανερμάτιστος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ostadig, anermatistos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανερμάτιστος
ανερμάτιστος λεξικό, ανερμάτιστος ετυμολογία, ανερμάτιστος συνώνυμο, ανερμάτιστος ορισμός, ανερμάτιστος σημασία, ανερμάτιστος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανερμάτιστος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανεπιθύμητος στα σουηδικά - ovälkommen, ovälkomna, ovälkommet, unwelcome, sig ovälkommen
- ανεργία στα σουηδικά - arbetslöshet, arbetslösheten, arbetslöshets
- ανερχόμενος στα σουηδικά - kommande, på kommande, stående, upcoming, förestående
- ανεφοδιάζω στα σουηδικά - anefodiazo
Τυχαίες λέξεις
Ανερμάτιστος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ostadig, anermatistos
Μεταφράσεις: ostadig, anermatistos