Ανερμάτιστος στα σλοβενικά
Μετάφραση: ανερμάτιστος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nestabilní, anermatistos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανερμάτιστος
ανερμάτιστος λεξικό, ανερμάτιστος ετυμολογία, ανερμάτιστος συνώνυμο, ανερμάτιστος ορισμός, ανερμάτιστος σημασία, ανερμάτιστος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ανερμάτιστος στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ανεπιθύμητος στα σλοβενικά - nezaželena, nezaželen, obžalovanja, nezaželenosti, nezaželeno
- ανεργία στα σλοβενικά - brezposelnost, brezposelnosti, nezaposlenost, nezaposlenosti, primer brezposelnosti
- ανερχόμενος στα σλοβενικά - prihajajoči, prihajajoča, Prihodnje, Prihodnja, prihajajoče
- ανεφοδιάζω στα σλοβενικά - anefodiazo
Τυχαίες λέξεις
Ανερμάτιστος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: nestabilní, anermatistos
Μεταφράσεις: nestabilní, anermatistos