Ανερμάτιστος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ανερμάτιστος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
anermatistos
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανερμάτιστος
ανερμάτιστος λεξικό, ανερμάτιστος ετυμολογία, ανερμάτιστος συνώνυμο, ανερμάτιστος ορισμός, ανερμάτιστος σημασία, ανερμάτιστος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανερμάτιστος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ανεπιθύμητος στα λευκορωσικά - нежаданы, непажаданы
- ανεργία στα λευκορωσικά - беспрацоўе, вытворныя, яго вытворныя, беспрацоўя
- ανερχόμενος στα λευκορωσικά - маючы адбыцца, адбыцца, наступны, мае быць, будучы
- ανεφοδιάζω στα λευκορωσικά - anefodiazo
Τυχαίες λέξεις
Ανερμάτιστος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: anermatistos
Μεταφράσεις: anermatistos