Ενέργεια στα γαλλικά

Μετάφραση: ενέργεια, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
procédant, conduite, action, procédé, acte, délibération, démarche, comportement, mesures, l'action, actions, une action
Ενέργεια στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενέργεια

ενέργεια ελλάδα, ενέργεια και περιβάλλον, ενέργεια ιονισμού, ενέργεια κύματος, ενέργεια και ισχύς, ενέργεια λεξικό γλώσσας γαλλικά, ενέργεια στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • ενάρετος στα γαλλικά - moral, droit, loyal, juste, justifié, équitable, légitime, ...
  • ενέδρα στα γαλλικά - embûche, embuscade, piège, attrape, affût, guetter, embuscade tendue, ...
  • ενήλικας στα γαλλικά - mûr, adulte, adultes, des adultes, pour adultes, les adultes
  • ενήλικος στα γαλλικά - mûr, adulte, adultes, des adultes, pour adultes, les adultes
Τυχαίες λέξεις
Ενέργεια στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: procédant, conduite, action, procédé, acte, délibération, démarche, comportement, mesures, l'action, actions, une action