Ενεργητικός στα γαλλικά
Μετάφραση: ενεργητικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
énergique, énergétique, énergie, énergiques, dynamique
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενεργητικός
ενεργητικός και μέσος αόριστος β, ενεργητικός αόριστος, ενεργητικός διαλογισμός, ενεργητικός και παθητικός αόριστος, ενεργητικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, ενεργητικός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ενεργά στα γαλλικά - activement, active, actif, actifs, actives, activité
- ενεργητικό στα γαλλικά - domaine, propriété, apport, avantage, profit, contribution, atout, ...
- ενεργοποίηση στα γαλλικά - décollage, activation, stimulation, l'activation, activation de, d'activation
- ενεργοποιώ στα γαλλικά - activez, actionner, ranimer, stimuler, précipiter, activons, émouvoir, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενεργητικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: énergique, énergétique, énergie, énergiques, dynamique
Μεταφράσεις: énergique, énergétique, énergie, énergiques, dynamique