Ενεργητικός στα κροατικά
Μετάφραση: ενεργητικός, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
energetski, energičan, energična, energije, energetska
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενεργητικός
ενεργητικός και μέσος αόριστος β, ενεργητικός αόριστος, ενεργητικός διαλογισμός, ενεργητικός και παθητικός αόριστος, ενεργητικός λεξικό γλώσσας κροατικά, ενεργητικός στα κροατικά
Μεταφράσεις
- ενεργά στα κροατικά - aktivno, aktivan, aktivna, Active, aktivni
- ενεργητικό στα κροατικά - važan, sredstvo, prednost, imovina, faktor, imovine, sredstva, ...
- ενεργοποίηση στα κροατικά - pokretanje, aktiviranje, upućivanje, pobuđivanje, aktivacija, aktivaciju, aktivacije, ...
- ενεργοποιώ στα κροατικά - aktivirati, dodati energiju, energiju, energize, energizirati, energizira
Τυχαίες λέξεις
Ενεργητικός στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: energetski, energičan, energična, energije, energetska
Μεταφράσεις: energetski, energičan, energična, energije, energetska