Ενεργητικός στα ουγγρικά

Μετάφραση: ενεργητικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
energikus, energetikai, lendületes, energiahordoz, energikusabb
Ενεργητικός στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενεργητικός

ενεργητικός και μέσος αόριστος β, ενεργητικός αόριστος, ενεργητικός διαλογισμός, ενεργητικός και παθητικός αόριστος, ενεργητικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ενεργητικός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ενεργά στα ουγγρικά - aktív, az aktív, hatóanyagot, aktívan, hatóanyag
  • ενεργητικό στα ουγγρικά - vagyontárgy, eszközök, vagyon, eszközöket, eszközeinek, eszközei
  • ενεργοποίηση στα ουγγρικά - aktiválás, aktiválási, aktiválása, aktivációs, aktiváló
  • ενεργοποιώ στα ουγγρικά - felvillanyoz, energiával, lendületet, feszültség alá, feszültségmentesítse
Τυχαίες λέξεις
Ενεργητικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: energikus, energetikai, lendületes, energiahordoz, energikusabb