Επιθεωρητής στα γαλλικά
Μετάφραση: επιθεωρητής, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vérificateur, contrôleur, inspecteur, inspecteur de, l'inspecteur, inspecteur en
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιθεωρητής
επιθεωρητής ανυψωτικών μηχανημάτων, επιθεωρητής ρεξ, επιθεωρητής δημόσιας διοίκησης λέανδρος ρακιντζής, επιθεωρητής rex, επιθεωρητής κλουζώ, επιθεωρητής λεξικό γλώσσας γαλλικά, επιθεωρητής στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- επιθετικός στα γαλλικά - belliqueux, adjectival, belligérant, adjectif, agressif, combatif, guerrier, ...
- επιθετικότητα στα γαλλικά - assaut, agression, attaque, agressivité, l'agressivité, d'agressivité
- επιθεωρώ στα γαλλικά - vérifier, observer, examiner, contrôler, sonder, fouiller, inspectons, ...
- επιθεώρηση στα γαλλικά - supervision, inspection, garde, monitoring, vérification, revue, examen, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιθεωρητής στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: vérificateur, contrôleur, inspecteur, inspecteur de, l'inspecteur, inspecteur en
Μεταφράσεις: vérificateur, contrôleur, inspecteur, inspecteur de, l'inspecteur, inspecteur en