Επιθεωρητής στα ιταλικά

Μετάφραση: επιθεωρητής, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
controllore, ispettore, ispezione, finestra di ispezione, di ispezione, dell'ispettore
Επιθεωρητής στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιθεωρητής

επιθεωρητής ανυψωτικών μηχανημάτων, επιθεωρητής ρεξ, επιθεωρητής δημόσιας διοίκησης λέανδρος ρακιντζής, επιθεωρητής rex, επιθεωρητής κλουζώ, επιθεωρητής λεξικό γλώσσας ιταλικά, επιθεωρητής στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • επιθετικός στα ιταλικά - aggressivo, aggressiva, aggressivi, aggressive, aggressività
  • επιθετικότητα στα ιταλικά - aggressione, aggressività, l'aggressività, dell'aggressività, di aggressività, all'aggressività
  • επιθεωρώ στα ιταλικά - ispezionare, controllare, esaminare, verificare, ispezione
  • επιθεώρηση στα ιταλικά - controllo, visita, sopralluogo, ispezione, di ispezione, l'ispezione, ispezioni
Τυχαίες λέξεις
Επιθεωρητής στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: controllore, ispettore, ispezione, finestra di ispezione, di ispezione, dell'ispettore