Επιθεωρητής στα ουγγρικά
Μετάφραση: επιθεωρητής, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ellenőr, felügyelő, ellenőrnek, ellenőrt, ellenőre
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιθεωρητής
επιθεωρητής ανυψωτικών μηχανημάτων, επιθεωρητής ρεξ, επιθεωρητής δημόσιας διοίκησης λέανδρος ρακιντζής, επιθεωρητής rex, επιθεωρητής κλουζώ, επιθεωρητής λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επιθεωρητής στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- επιθετικός στα ουγγρικά - melléknévi, agresszív, az agresszív, agresszívebb, agresszívabb
- επιθετικότητα στα ουγγρικά - agresszió, erőszakosság, agresszivitás, agresszivitást, agresszivitása, agresszivitását
- επιθεωρώ στα ουγγρικά - ellenőriz, ellenőrizze, vizsgálja, ellenőrizni, vizsgálja meg
- επιθεώρηση στα ουγγρικά - megtekintés, megfenyítés, ellenőrzés, szemle, vizsgálat, ellenőrzési, ellenőrző
Τυχαίες λέξεις
Επιθεωρητής στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ellenőr, felügyelő, ellenőrnek, ellenőrt, ellenőre
Μεταφράσεις: ellenőr, felügyelő, ellenőrnek, ellenőrt, ellenőre