Επιρρηματικός στα γαλλικά

Μετάφραση: επιρρηματικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
adverbial, adverbiale, adverbe, adverbiales, circonstanciel
Επιρρηματικός στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιρρηματικός

επιρρηματικός προσδιορισμός, επιρρηματικός αγώνας, επιρρηματικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, επιρρηματικός στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • επιρρίπτω στα γαλλικά - attribuer, imputer, attribuable, attribuables, imputable, imputables, explique
  • επιρρεπής στα γαλλικά - juste, doué, opportun, utile, convenable, pertinent, adéquat, ...
  • επιρροή στα γαλλικά - influer, profiter, influencer, influez, influent, rayonnement, utiliser, ...
  • επισημαίνω στα γαλλικά - aiguiser, endroit, désigner, score, affaire, chose, lame, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιρρηματικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: adverbial, adverbiale, adverbe, adverbiales, circonstanciel