Επιρρηματικός στα ρωσικά

Μετάφραση: επιρρηματικός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
наречный, обстоятельственный, адвербиальный, наречное, адвербиальные
Επιρρηματικός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιρρηματικός

επιρρηματικός προσδιορισμός, επιρρηματικός αγώνας, επιρρηματικός λεξικό γλώσσας ρωσικά, επιρρηματικός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • επιρρίπτω στα ρωσικά - приписать, приписывать, объясняется, связано, обусловлено, обусловлены, обусловлен
  • επιρρεπής στα ρωσικά - годный, склонный, возможный, уместный, соответствующий, подверженный, предрасположенный, ...
  • επιρροή στα ρωσικά - воздействовать, блат, протекция, вес, влияние, вплывать, повлиять, ...
  • επισημαίνω στα ρωσικά - точка, вершина, очинить, дело, главное, момент, указывать, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιρρηματικός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: наречный, обстоятельственный, адвербиальный, наречное, адвербиальные