Επιρρηματικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: επιρρηματικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
прилошка, прилошките
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιρρηματικός
επιρρηματικός προσδιορισμός, επιρρηματικός αγώνας, επιρρηματικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επιρρηματικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- επιρρίπτω στα σλαβομακεδονικά - припишуваат, припишат, припишува, припише, се припишува
- επιρρεπής στα σλαβομακεδονικά - АП, способен, apt, склони, такво
- επιρροή στα σλαβομακεδονικά - влијание, влијанието, влијанието на, влијае, влијаат
- επισημαίνω στα σλαβομακεδονικά - истакнам, укажуваат, истакнуваат, истакне, посочуваат
Τυχαίες λέξεις
Επιρρηματικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: прилошка, прилошките
Μεταφράσεις: прилошка, прилошките