Θηλυπρεπής στα γαλλικά
Μετάφραση: θηλυπρεπής, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mou, efféminé, efféminés, efféminée, molle
![Θηλυπρεπής στα γαλλικά Θηλυπρεπής στα γαλλικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-gr-fr-3887.png)
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θηλυπρεπής
θηλυπρεπής λεξικό γλώσσας γαλλικά, θηλυπρεπής στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- θηλιά στα γαλλικά - lacs, oeillet, boucle, volte, corde, nœud coulant, étau, ...
- θηλυκός στα γαλλικά - femelle, féminin, dame, femme, femmes, féminine
- θημωνιά στα γαλλικά - meule, cheminée, pile, empilement, la pile, stack
- θηριοτροφείο στα γαλλικά - ménagerie, zoo, menagerie, la ménagerie, une ménagerie
Τυχαίες λέξεις
Θηλυπρεπής στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: mou, efféminé, efféminés, efféminée, molle
Μεταφράσεις: mou, efféminé, efféminés, efféminée, molle