Θηλυπρεπής στα γερμανικά

Μετάφραση: θηλυπρεπής, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
unmännlich, weibisch, verweichlicht, weichlich, verweichlichten, effeminate
Θηλυπρεπής στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θηλυπρεπής

θηλυπρεπής λεξικό γλώσσας γερμανικά, θηλυπρεπής στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • θηλιά στα γερμανικά - looping, schleife, öse, kreislauf, schlinge, schlaufe, Schlinge, ...
  • θηλυκός στα γερμανικά - weibchen, weib, frau, weiblich, buchse, Weibchen, Frau, ...
  • θημωνιά στα γερμανικά - heuschober, heuhaufen, Stapel, Stack, Stapels
  • θηριοτροφείο στα γερμανικά - menagerie, Menagerie
Τυχαίες λέξεις
Θηλυπρεπής στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: unmännlich, weibisch, verweichlicht, weichlich, verweichlichten, effeminate