Θηλυπρεπής στα τούρκικα

Μετάφραση: θηλυπρεπής, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kadınsı, efemine, effeminate, feminin, kadınsı bir
Θηλυπρεπής στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θηλυπρεπής

θηλυπρεπής λεξικό γλώσσας τούρκικα, θηλυπρεπής στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • θηλιά στα τούρκικα - ilmik, kement, ilmek, noose, darağacında
  • θηλυκός στα τούρκικα - kadın, Bayan, bir kadın, dişi, kız
  • θημωνιά στα τούρκικα - yığın, yığını, yığınının, istif, baca
  • θηριοτροφείο στα τούρκικα - hayvanat bahçesi, menagerie, bahçesi, The Menagerie, bir hayvanat bahçesi
Τυχαίες λέξεις
Θηλυπρεπής στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kadınsı, efemine, effeminate, feminin, kadınsı bir